ΑΡΧΑΙΑ Β' ΛΥΚΕΙΟΥ


           ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ                              
Ο πλάγιος λόγος εξαρτάται συνήθως από ρήματα λεκτικά, ερωτηματικά, κελευστικά  καθώς και από ρήματα βουλητικά, αισθητικά, γνωστικά  ή δοξαστικά.
Οι προτάσεις στον πλάγιο λόγο.
Ο ευθύς λόγος τρέπεται στον πλάγιο με τις ακόλουθες μεταβολές:
1)Οι κύριες προτάσεις κρίσεως μετατρέπονται:
   α) σε δευτερεύουσες ειδικές προτάσεις  ύστερα από ρήματα λεκτικά, γνωστικά και  αισθητικά
   π.χ     Ευθύς λόγος: βριστής ε .
             Πλάγιος λόγος: Λέγει κατήγορος ς βριστής εμί.
   β) σε ειδικό απαρέμφατο, ύστερα από ρήματα λεκτικά και δοξαστικά.
    π.χ.  Ευθύς λόγος: Οκ στιν λλη δός.
             Πλάγιος λόγος: Ο γεμόνες ο φασιν εναι λλην δόν.
   γ) σε κατηγορηματική μετοχή, ύστερα από ρήματα αισθητικά, γνωστικά, και ρήματα που σημαίνουν αγγελία.
   π.χ.   Ευθύς λόγος: Φίλιππος ραον τεχος πολιορκε.
             Πλάγιος λόγος: πηγγέλθη Φίλιππος ραον τεχος πολιορκν.
2)Οι κύριες προτάσεις επιθυμίας μετατρέπονται σε τελικό απαρέμφατο, ύστερα από ρήματα κελευστικά, απαγορευτικά, ευχετικά  κ.ά
    π.χ.  Ευθύς λόγος: νοίξατε τάς πύλας.
             Πλάγιος λόγος: Μειδίας κέλευσεν νοξαι τάς πύλας.
3)Οι κύριες ερωτηματικές προτάσεις (ευθείες ερωτήσεις) μετατρέπονται σε δευτερεύουσες ερωτηματικές προτάσεις (πλάγιες ερωτήσεις), ύστερα από ρήματα ρωτ, πορ, θαυμάζω, σκοπ, πιμελομαι κ.ά.
     π.χ. Ευθύς λόγος: Οσθα τι, Σώκρατες, γαθόν;
             Πλάγιος λόγος: ρίστιππος Σωκράτην ρετο ε τι εδείη γαθόν.
4)Οι δευτερεύουσες προτάσεις παραμένουν δευτερεύουσες και                    
   α) ύστερα από ρήμα παροντικού χρόνου διατηρούν και στον πλάγιο λόγο τον ίδιο χρόνο και την ίδια έγκλιση που είχαν στον ευθύ, με  αλλαγή αν χρειάζεται του προσώπου του ρήματος.
      π.χ. Ευθύς λόγος: Ε μή ποιήσετε τατα, κσπονδοι σεσθε.
              Πλάγιος λόγος: παγγέλετε δ’ ατος τι, ε μή ποιήσουσι τατα κσπονδοι σονται.
   β) ύστερα από ρήμα παρελθοντικού χρόνου διατηρούν τη δυνητική οριστική και τη δυνητική ευκτική, αλλά και την απλή οριστική ή την υποτακτική τη μετατρέπουν σε ευκτική του πλαγίου λόγου εκτός αν το περιεχόμενο της δευτερεύουσας πρότασης φανερώνει γνώμη του  υποκειμένου της πρότασης και όχι του συγγραφέα ή αν τονίζεται κάτι ως βέβαιο ή με έμφαση.
     π.χ. Ευθύς λόγος: Δέξιππον οκ παιν, ε τατα πεποίηκεν.
             Πλάγιος λόγος: Κλέανδρος επεν τι Δέξιππον οκ παινοίη, ε τατα πεποιηκώς εη.
             Ευθύς λόγος: άν μοι δτε τριάκοντα Σπαρτιατν, διαβήσομαι ες  τήν σίαν.
             Πλάγιος λόγος: γησίλαος πέστη, άν δσιν ατ τριάκοντα  Σπαρτιατν, διαβήσεσθαι ες τήν σίαν.
Κατά τη μετατροπή του πλαγίου λόγου σε ευθύ γίνονται οι εξής μεταβολές:
1)Η οριστική διατηρείται και στον ευθύ λόγο.
   π.χ. Πλάγιος λόγος: Κρος βο τ Κλεάρχ γειν τό στράτευμα κατά  μέσον τ τν πολεμίων, τι κε βασιλεύς στι.
           Ευθύς λόγος: γε το στράτευμα κατά μέσον τ τν  πολεμίων, τι  κε βασιλεύς στι.
2)Η ευκτική του πλαγίου λόγου μετατρέπεται σε οριστική ή υποτακτική.
   π.χ. Πλάγιος λόγος: ρετο στις φίκοιτο.
           Ευθύς λόγος: Τίς φίκετο;
   π.χ.  Πλάγιος λόγος: Εθύδημος διεσώπησε σκοπν, τι ποκρίναιτο.        
            Ευθύς λόγος: Τί ποκρίνωμαι;
3)Η δυνητική οριστική και η δυνητική ευκτική διατηρούνται.
   π.χ. Πλάγιος λόγος: πεκρίνατο τι οτ’ ν ατός νομαστός γένετο.
            Ευθύς λόγος: Οτ’ ν γώ ατός νομαστός γενόμην.
  π.χ.  Πλάγιος λόγος: Επεν τι λθοι ν ες λόγους.
           Ευθύς λόγος: λθοιμι ν ες λόγους.
4)Η απορηματική υποτακτική διατηρείται.
   π.χ. Πλάγιος λόγος: ρ σε, ράκλεις, ποροντα, ποίαν δόν πί τόν βίον τράπ.
           Ευθύς λόγος: Ποίαν δόν πί τόν βίον τράπωμαι;
5)Το ειδικό απαρέμφατο μετατρέπεται σε οριστική.
   π.χ.  Πλάγιος λόγος: Φασίν ποτ’  επεν Σόλωνα.
            Ευθύς λόγος: Επεν Σόλων.
6)Το τελικό απαρέμφατο μετατρέπεται σε προστακτική.
   π.χ.  Πλάγιος λόγος: Παρεκελεύοντο Κύρ μή μάχεσθαι, λλ’ πισθεν αυτν τάττεσθαι.
            Ευθύς λόγος: Μή μάχου, λλ’ πισθεν μν τάττου.
7)Η κατηγορηματική μετοχή μετατρέπεται σε οριστική.
    π.χ.  Πλάγιος λόγος: σθοντο τήν πόλιν καταληφθεσαν.
             Ευθύς λόγος: πόλις κατελήφθη.
8)Το ρήμα της εξάρτησης παραλείπεται.
9)Το πρόσωπο αλλάζει.
   π.χ.  Πλάγιος λόγος: Επεν τι, πειδάν στρατεία λήξ, εθύς  ποπέμψει ατόν.
            Ευθύς λόγος: πειδάν στρατεία λήξ, εθύς ποπέμψω σε.    


Ανάλυση μετοχής σε δευτερεύουσα πρόταση
Οι μετοχές αναλύονται σε ισοδύναμες δευτερεύουσες προτάσεις:
α. η επιθετική μετοχή σε δευτερεύουσα αναφορική πρόταση,
β. η κατηγορηματική μετοχή σε δευτερεύουσα ειδική πρόταση και
γ. η επιρρηματική μετοχή σε αντίστοιχη δευτερεύουσα επιρρηματική πρόταση.
Η κατηγορηματική μετοχή αναλύεται σε δευτερεύουσα πρόταση μόνο όταν εξαρτάται από ρήματα που σημαίνουν αίσθηση, γνώση, μάθηση, μνήμη, δείξη, αγγελία, έλεγχο και μεταφράζεται με το ότι.
Δεν αναλύονται οι τροπικές και οι λοιπές κατηγορηματικές μετοχές.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΘΕΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ
  • έναρθρη:Αναλύεται σε αναφορική πρόταση, που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ς, , , στο γένος και τον αριθμό της μετοχής, αλλά σε ονομαστική πτώση γιατί η αντωνυμία θα λειτουργεί ως υποκείμενο στο ρήμα της αναφορικής πρότασης. Στην κύρια υποκαθιστούμε την μετοχή με δεικτική αντωνυμία (κενος, οτος) στο γένος, αριθμό και πτώση της μετοχής.
  • άναρθρη:Αναλύεται σε αναφορική πρόταση, που εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ς, , , σε ονομαστική και στον αριθμό και το γένος του όρου που προσδιορίζει η αναφορική πλέον πρόταση.
Το ρήμα της αναφορικής πρότασης μπαίνει στον ίδιο χρόνο με την μετοχή και την κατάλληλη έγκλιση ανάλογα με τους κανόνες εκφοράς της αντίστοιχης πρότασης.
π.χ.
α. Α
πόλεις διοικονται τος νόμοις τος κειμένοις. = Α πόλεις διοικονται τος νόμοις τούτοις ο κενται.
β.
παντες γιγνώσκομεν τ φ΄μν ψηφισμένα. = παντες γιγνώσκομεν τατα φ΄μνψηφισμένα εσί.
γ.
πορεύθησαν ς πολλωνίαν, Κορινθίων οσαν ποικίαν. = πορεύθησαν ς πολλωνίαν,  ν Κορινθίων ποικία.
δ. 
μ δαρες νθρωπος ο παιδεύεται. = νθρωπος, ς ν μ δαρ, ο παιδεύεται.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΤΗΓΟΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ
Η κατηγορηματική μετοχή αναλύεται σε δευτερεύουσα ειδική πρόταση, μόνο όταν εξαρτάται από ρήματα που σημαίνουν αίσθηση, γνώση, μάθηση, μνήμη, δείξη, αγγελία, έλεγχο και μεταφράζεται με το ότι, ακολουθώντας τον κανόνα εισαγωγής και εκφοράς των ανάλογων προτάσεων. 
π.χ. Οδένα οδα μισοντα τος παινοντας. = Οδα τι οδείς μισε τος παινοντας.
γνω τν εσβολν σομένην. = γνω τι εσβολ σοιτο.
ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΜΕΤΟΧΗΣ
Χρονική 
Αναλύεται σε χρονική πρόταση ως εξής: 
  1. Έχει την ακόλουθη μορφή και εκφορά:α) Χρονικός σύνδεσμος + οριστική (όταν δηλώνει το πραγματικό)β) Χρονικός σύνδεσμος + ν αοριστολογικό (συνήθως) + υποτακτική (όταν δηλώνει το προσδοκώμενο ή αόριστα επαναλαμβανόμενο στο παρόν και μέλλον)
γ) Χρονικός σύνδεσμος + ευκτική (αόριστα επαναλαμβανόμενο στο παρελθόν ή απλή σκέψη)
  1. Η επιλογή του κατάλληλου συνδέσμου εξαρτάται από τη μορφή της χρονικής σχέσης μεταξύ της μετοχής και της κύριας πρότασης.
    • σύγχρονο: τε, πότε, ν, νίκα
      π.χ. Ε
      θς νέοι ντες τ νδρεον μετέρχονται. = τε νέοι τι εσί, τ νδρεον μετέρχονται.
    • προτερόχρονο: πεί, πειδή, ξ ο, ξ του, φ’ ο, φ’ του
      π.χ. Συγκαλέσας το
      ς στρατηγος κα λοχαγος λεξε τοιάδε. = πε συνεκάλεσε τος στρατηγος κα λοχαγος λεξε τοιάδε.
    • υστερόχρονο: ως, μέχρι
Παρατηρήσεις: 
  1. Η μετοχή ενεστώτα και παρακειμένου που εξαρτώνται από ιστορικό χρόνο ισοδυναμούν αντίστοιχα με παρατατικό και υπερσυντέλικο.
  2. Αν η μετοχή είναι χρονικοϋποθετική, που δηλώνει το προσδοκώμενο ή την αόριστη επανάληψη σε παρόν και μέλλον αναλύεται με:πάν, πειδν + υποτακτική του ίδιου χρόνου, αν εκφράζει το προτερόχρονο
    ταν, πόταν + υποτακτική του ίδιου χρόνου, αν εκφράζει το σύγχρονο
  3. Αν η μετοχή είναι χρονικοϋποθετική, που δηλώνει την αόριστη επανάληψη σε παρελθόν αναλύεται με:τε, πότε + ευκτική στον ίδιο χρόνο
Αιτιολογική
Αναλύεται σε αιτιολογική πρόταση με:
πεί, πειδή, διότι, τι + οριστική (αν εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου) ή
πεί, πειδή, διότι, τι + ευκτική του πλαγίου λόγου (αν εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου).
π.χ. Κα δι τοτο ργισθες πόλλων κτείνει Κύκλωπας = Κα πε δι τοτο ργίσθη πόλλων, κτείνει Κύκλωπας.
Η αιτιολογική μετοχή υποκειμενικής αιτιολογίας αναλύεται με:
ς + οριστική (αν εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου) ή
ς + ευκτική του πλαγίου λόγου (αν εξαρτάται από ρήμα ιστορικού χρόνου).
π.χ. Ο Κορίνθιοι τροπαον στησαν ς νενικηκότες. = Ο Κορίνθιοι τροπαον στησαν ς νενικηκότες εεν.
Τελική
Αναλύεται σε τελική πρόταση με:
να + υποτακτική αορίστου (αν εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου) ή
να + ευκτική του πλαγίου λόγου (αν εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου)
π.χ. Νν τοτο δεησόμενοι κομεν. = Νν κομεν να τοτο δεηθμεν.
Τριήρεις
πλήρου ς βοηθήσων κατ θάλατταν. = Τριήρεις πλήρου να βοηθήσειε κατ θάλατταν.
Υποθετική
Αναλύεται σε υποθετική πρόταση ανάλογα με τον λανθάνοντα υποθετικό λόγο που σχηματίζει με το ρήμα της πρότασης. Την μορφή της δηλαδή καθορίζει η απόδοση.
π.χ. ντων βωμν, εσ κα θεοί. = Ε εσ βωμοί, εσ κα θεοί. (πραγματικό)
Ο
κ ν λθον δερο, μν μ κελευσάντων. = Οκ ν λθον δερο, ε μες μ κελεύσατε. (μη πραγματικό)
Νικήσαντες
πάντων τούτων μες κύριοι σεσθε. = Ἐὰν νικήσητε, πάντων τούτων μες κύριοι σεσθε. (προσδοκώμενο)
λθόντος το θανάτου οδες βούλεται ποθανεν = Ἐὰν λθ θάνατος, οδες βούλεται ποθανεν. (αόριστη επανάληψη στο παρόν και στο μέλλον)
Τα
τα ποιοντες τος θεούς βοηθος χοιτ` ν. = Ε τατα ποιοτε, τος θεος βοηθος χοιτ` ν. (απλή σκέψη του λέγοντος)
ντιλέγων τις π τν τυράννων πέθνσκε = Ε ντιλέγοι τις, π τν τυράννων πέθνσκε. (αόριστη επανάληψη στο παρελθόν)
Εναντιωματική
Αναλύεται σε εναντιωματική πρόταση με:
ε κα + οριστική ή ευκτική και
άν, ν, ν και + υποτακτική ανάλογα με το ρήμα της κύριας.
Οι λέξεις που συνοδεύουν ενίοτε την εναντιωματική μετοχή (καί, καίτοι, καίπερ, κα τατα κλπ), δεν περιλαμβάνονται στη δευτερεύουσα εναντιωματική πρόταση.
π.χ. Κυρία γενομένη τοσούτων γαθν οκ φθόνησεν τος λλοις. = Ε κα γένετο κυρία τοσούτων γαθν οκ φθόνησεν τος λλοις.
μέντοι γησίλαος κείνους καίπερ ρν οκ δίωκεν. = μέντοι γησίλαος κείνους, ε κα ρη, οκ δίωκεν.
Παραχωρητική
Αναλύεται σε παραχωρητική πρόταση με:
κα ε + οριστική ή ευκτική και
κα
άν, ν, ν +υποτακτική ανάλογα με το ρήμα της κύριας.
Αν όμως στην κύρια υπάρχει άρνηση, τότε η μετοχή αναλύεται σε παραχωρητική πρόταση με:
ουδ΄ ε
, μηδ’ ε + οριστική ή ευκτική ή
ουδ΄
άν, μηδ΄ άν +υποτακτική, ανάλογα την εκφορά της κύριας.
Οι λέξεις που συνοδεύουν ενίοτε την παραχωρητική μετοχή (καί, μηδέ, ο
δ κλπ), δεν περιλαμβάνονται στη δευτερεύουσα παραχωρητική πρόταση
π.χ. Κα ποστσα πόλις φίξεται ες σύμβασιν. = Κα ν ποστ πόλις, φίξεται ες σύμβασιν.
Ο
δ δς ποθανόντες δίκην δοναι δύναντ΄ ν ξίαν. = Κα ε δς ποθάνοιεν, ο δίκην δοναι δύναντ΄ ν ξίαν.

Σχόλια