|
1η Ενότητα
“Πατρική
δικαιοσύνη”
Ἀνὴρ γένει Μάρδος
παῖδας
εἶχεν
ἑπτά.
|
Ένας άντρας, Μάρδος στην καταγωγή είχε επτά
παιδιά.
|
Τούτων ὁ νεώτατος κακὰ πολλὰ τοὺς ἄλλους εἰργάζετο.
|
Από αυτούς ο πιο νέος προκαλούσε πολλά κακά
στους άλλους.
|
Καὶ τὰ μὲν πρῶτα ἐπειρᾶτο αὐτὸν ὁ πατὴρ ῥυθμίζειν λόγῳ·
|
Και αρχικά ο πατέρας του προσπαθούσε να τον
συνετίσει με τα λόγια·
|
ἐπεὶ δὲ οὒκ ἐπείθετο, πρὸς τοὺς δικαστὰς ἤγαγε
|
επειδή όμως δεν πειθόταν, τον οδήγησε μπροστά
στους δικαστές
|
καὶ ὅσα αὐτῷ ἐτετόλμητο ἀκριβῶς κατηγόρησε,
|
και τον κατηγόρησε για όσα αυτός είχε
αποτολμήσει,
|
καὶ ᾔτει παρὰ τῶν δικαστῶν ἀποκτεῖναι τὸν νεανίσκον.
|
και ζητούσε από τους δικαστές να εκτελέσουν
το νέο.
|
Οἱ δὲ ἐξεπλάγησαν καὶ ἀμφοτέρους ἐπὶ τὸν βασιλέα Ἀρταξέρξην ἤγαγον.
|
Αυτοί έμειναν έκπληκτοι και οδήγησαν και τους
δυο στο βασιλιά Αρταξέρξη.
|
Τὰ αὐτὰ δὲ λέγοντος τοῦ Μάρδου, βασιλεὺς ἔφη:
|
Κι ενώ ο Μάρδος έλεγε τα ίδια, ο βασιλιάς
είπε:
|
«Εἶτα τολμήσεις τὸν υἱὸν ἀποθνῄσκοντα ὑπομεῖναι;»
|
«Αλήθεια, θα έχεις το θάρρος να αντέξεις να
πεθαίνει ο γιος σου;»
|
Ὁ δὲ ἔφη «πάντων
μάλιστα·
|
Κι αυτός είπε «βεβαιότατα·
|
ἐπεὶ καὶ ὅταν τῶν φυομένων
θριδακινῶν
τάς ἐκφύσεις
τὰς
πικρὰς
ἀφαιρῶ,
|
γιατί και όταν αφαιρώ τις πικρές παραφυάδες
που φυτρώνουν στα μαρούλια,
|
οὐδὲν ἡ μήτηρ αὐτῶν λυπεῖται,
|
η μητέρα τους καθόλου δε λυπάται,
|
ἀλλὰ θάλλει μᾶλλον καὶ γλυκίων
γίνεται».
|
αλλά ανθίζει περισσότερο και γίνεται
γλυκύτερη.»
|
Ταῦτα ἀκούσας Ἀρταξέρξης ἐπῄνεσε μὲν τὸν ἄνδρα
|
Αφού άκουσε αυτά ο Αρταξέρξης, επαίνεσε τον
άντρα
|
καὶ τῶν βασιλικῶν δικαστῶν ἐποίησεν ἕνα,
|
και τον έκανε ένα από τους βασιλικούς
δικαστές,
|
εἰπὼν ὅτι ὁ περὶ τῶν ἰδίων παίδων οὕτω δικαίως ἀποφαινόμενος
|
λέγοντας ότι αυτός που διατυπώνει τόσο
δίκαιες κρίσεις για τα παιδιά του
|
πάντως καὶ ἐν τοῖς ἀλλοτρίοις
|
οπωσδήποτε και στις ξένες υποθέσεις
|
ἀκριβής ἔσται δικαστὴς καὶ ἀδέκαστος,
|
θα είναι δίκαιος δικαστής και αδέκαστος,
|
ἀφῆκε δὲ καὶ τὸν νεανίαν τῆς τιμωρίας,
|
και απάλλαξε από την τιμωρία το νέο,
|
ἀπειλῶν αὐτῷ θανάτου,
|
απειλώντας τον με θάνατο,
|
ἐὰν ἀδικῶν φωραθῇ ἕτερα.
|
εάν αποδειχθεί ότι διαπράττει άλλες αδικίες.
|
|
Αἰλιανός,
Ποικίλη Ἱστορία
1.34 (διασκευή)
|
|
|
|
|
2η Ενότητα
“Το τέχνασμα του
Θεμιστοκλή”
Ἂλλ’ ἐπεὶ τῶν πολεμίων ὁ στόλος
|
Αλλά
όταν ο στόλος των εχθρών
|
προσφερόμενος
τῇ
Ἀττικῇ κατὰ τὸ Φαληρικὸν
|
πλησιάζοντας
στην Αττική από την πλευρά του Φαλήρου
|
τοὺς πὲριξ ἀπέκρυψεν αἰγιαλούς,
|
απέκρυψε
τις γύρω παραλίες
|
πάλιν ἐπάπταινον οἱ Πελοποννήσιοι πρὸς τὸν Ἰσθμόν.
|
οι
Πελοποννήσιοι φοβισμένοι πάλι σκέφτονταν να αποπλεύσουν για τον Ισθμό.
|
Ἔνθα δὴ ὁ Θεμιστοκλῆς ἐβουλεύετο
|
Ενώ
λοιπόν έτσι είχε η κατάσταση, ο Θεμιστοκλής σκεφτόταν
|
καὶ συνετίθει τὴν περὶ τὸν Σίκινον
πραγματείαν.
|
και
κατάστρωνε τέχνασμα με το Σίκινο.
|
Ἦν δὲ τῷ μὲν γένει Πέρσης ὁ Σίκινος,
|
Ο
Σίκινος ήταν Πέρσης στην καταγωγή,
|
αἰχμάλωτος, εὔνους δὲ τῷ Θεμιστοκλεῖ
|
αιχμάλωτος
και φιλικός στον Θεμιστοκλή
|
καὶ τῶν τέκων αὐτοῦ παιδαγωγός.
|
και
παιδαγωγός των παιδιών του.
|
Τοῦτον ἐκπέμπει πρὸς τὸν Ξερξην κρύφα,
|
Αυτόν
τον στέλνει κρυφά προς τον Ξέρξη,
|
κελεύσας
λέγειν ὅτι
Θεμιστοκλῆς
|
αφού
τον διέταξε να πει ότι ο Θεμιστοκλής,
|
ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγὸς αἱρούμενος τὰ βασιλέως
|
ο
στρατηγός των Αθηναίων, παίρνοντας το μέρος του (Πέρση) βασιλιά
|
ἐξαγγέλλει πρῶτος αὐτῷ
|
στέλνει
πρώτος σ’ αυτόν την πληροφορία
|
τοὺς Ἕλληνας ἀποδιδράσκοντας,
|
ότι
οι Έλληνες προσπαθούν να δραπετεύσουν
|
καὶ διακελεύεται ἐπιθέσθαι καὶ διαφθεῖραι τὴν ναυτικὴν δύναμιν
|
και
συμβουλεύει να τους επιτεθεί και να εξοντώσει τη ναυτική τους δύναμη
|
ἐν ᾧ ταράττονται τῶν πεζῶν χωρὶς ὄντες.
|
ενώ
βρίσκονται σε σύγχυση χωρίς το πεζικό.
|
Ταῦτα δ’ ὁ Ξέρξης δεξάμενος ὡς ἀπ’εὐνοίας λελεγμένα , ἥσθη
|
Ο
Ξέρξης, επειδή δέχτηκε αυτά πιστεύοντας ότι είχαν λεχθεί με φιλική
διάθεση, ευχαριστήθηκε
|
καὶ εὐθὺς ἐξέφερε πρὸς τοὺς ἡγεμόνας τῶν νεῶν
|
και
αμέσως έδωσε διαταγή στους κυβερνήτες των πλοίων
|
διακοσίαις
ναυσὶν
ἀναχθέντας ἤδη
|
αφού
αποπλεύσουν με διακόσια καράβια
|
διαζῶσαι τάς νήσους, ὅπως ἐκφύγοι μηδεὶς τῶν πολεμίων.
|
να
περικυκλώσουν τα νησιά, για να μη ξεφύγει κανείς από τους εχθρούς.
|
|
Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι,
Θεμιστοκλῆς 12.2-6
(διασκευή)
|
|
|
|
|
3η Ενότητα
“ Το χρέος του
ιστορικού”
Ἐν μὲν οὖν τῷ λοιπῷ βίῳ
|
Για
τον υπόλοιπο, λοιπόν, βίο
|
τὴν τοιαύτην ἐπιείκειαν ἴσως οὐκ ἂν τις ἐκβάλλοι·
|
δε
θα μπορούσε κάποιος να αποβάλει αυτού του είδους την εύνοια (προς
γνωστούς και φίλους)·
|
καὶ γὰρ φιλόφιλον εἶναι δεῖ τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα καὶ φιλόπατριν
|
γιατί,
πράγματι, ο αγαθός άντρας πρέπει να αγαπάει τους φίλους του και την
πατρίδα του
|
καὶ συμμισεῖν τοῖς φίλοις τοὺς ἐχθροὺς
|
και
να μισεί τους ίδιους εχθρούς που μισούν και οι φίλοι του
|
καὶ συναγαπᾶν τοὺς φίλους·
|
και
να αγαπά τους ίδιους φίλους (που αγαπούν και οι φίλοι του)·
|
ὅταν δὲ τὸ τῆς ἱστορίας ἦθος ἀναλαμβάνῃ τις,
|
όταν,
όμως, κάποιος υιοθετεί το χαρακτήρα του ιστορικού
|
ἐπιλαθέσθαι χρή
πάντων τῶν
τοιούτων
|
πρέπει
να τα ξεχάσει όλα αυτά
|
καὶ πολλάκις μὲν εὐλογεῖν καὶ κοσμεῖν τοῖς μεγίστοις ἐπαίνοις τοὺς ἐχθρούς,
|
και
πολλές φορές πρέπει να επαινεί και να τιμά με τους μεγαλύτερους
επαίνους τους εχθρούς,
|
ὅταν αἱ πράξεις ἀπαιτῶσι τοῦτο,
|
όταν
οι πράξεις το απαιτούν,
|
πολλάκις δ’ἐλέγχειν καὶ ψέγειν ἐπονειδίστως τοὺς ἀναγκαιοτάτους,
|
και
πολλές φορές θα χρειαστεί να κατακρίνει και να κατηγορεί κατά τρόπο που
ντροπιάζει τους στενούς συγγενείς,
|
ὅταν αἱ τῶν ἐπιτηδευμάτων ἁμαρτίαι τοῦθ’ ὑποδεικνύωσιν.
|
όταν
τα σφάλματα στις πράξεις τους αυτό υποδεικνύουν.
|
Ὥσπερ γὰρ ζῴου τῶν ὄψεων ἀφαιρεθεισῶν
|
Όπως
ακριβώς όταν ένας ζωντανός οργανισμός χάσει τα μάτια του
|
ἀχρειοῦται τὸ ὅλον,
|
αχρηστεύεται
ολόκληρος,
|
οὕτως ἐξ ἱστορίας ἀναιρεθείσης τῆς ἀληθείας
|
έτσι
κι από την ιστορία αν αφαιρεθεί η αλήθεια
|
τὸ καταλειπόμενον αὐτῆς ἀνωφελὲς γίνεται διήγημα.
|
ό,τι
απομένει από αυτήν γίνεται ανώφελο (ασήμαντο) διήγημα.
|
|
Πολύβιος, Ἱστορίαι
1.14.4-7
|
|
|
|
|
4η Ενότητα
“ Οι Σεληνίτες”
Καλὸς δὲ παρὰ Σεληνίταις
νομίζεται,
|
Όμορφος
κατά τη γνώμη των Σεληνιτών θεωρείται,
|
ἢν πού τις φαλακρὸς ἦ.
|
αυτός
που είναι φαλακρός.
|
Καὶ μὴν καὶ γένεια φύουσιν
μικρὸν
ὑπὲρ τὰ γόνατα.
|
Και
μάλιστα και γένια αφήνουν να φυτρώσουν λίγο πάνω από τα γόνατα.
|
Καὶ ὄνυχας ἐν τοῖς ποσίν οὐκ ἔχουσιν,
|
Και
νύχια στα πόδια δεν έχουν,
|
ἀλλὰ πάντες εἰσὶν μονοδάκτυλοι.
|
αλλά
όλοι είναι μονοδάκτυλοι.
|
Καὶ ἐπειδὰν ἢ πονῶσιν ἢ γυμνάζωνται,
|
Και
όταν κοπιάζουν ή γυμνάζονται,
|
γάλακτι πᾶν τὸ σῶμα ἱδροῦσιν,
|
ιδρώνουν
παράγοντας γάλα σ’ όλο τους το σώμα,
|
ὥστε καὶ τυροὺς ἀπ’αὐτοῦ πήγνυνται.
|
ώστε
απ’ αυτό παρασκευάζουν τυρί.
|
Τοὺς δὲ ὀφθαλμοὺς περιαιρετοὺς ἔχουσι
|
Και
τα μάτια έχουν πρόσθετα
|
καὶ πολλοὶ τοὺς σφετέρους ἀπολέσαντες
|
και
πολλοί αν χάσουν τα δικά τους
|
παρ’ ἄλλων χρησάμενοι ὁρῶσιν.
|
βλέπουν
χρησιμοποιώντας αυτά που παίρνουν από τους άλλους.
|
Τινὲς δὲ καὶ πολλοὺς ἀποθέτους ἔχουσιν, οἱ πλούσιοι.
|
Κάποιοι,
οι πλούσιοι, έχουν πολλά αποθηκευμένα, για ώρα ανάγκης.
|
Κάτοπτρον δὲ μέγιστον κεῖται ὑπὲρ φρέατος οὐ πάνυ βαθέος.
|
Και
υπάρχει ένας καθρέφτης που βρίσκεται πάνω από ένα πηγάδι.
|
Ἂν μὲν οὖν εἰς τὸ φρέαρ καταβῇ τις,
|
Κι
αν κάποιος κατεβεί στο πηγάδι,
|
ἀκούει πάντων τῶν ἐν τῇ γῇ λεγομένων,
|
ακούει
όλα όσα λέγονται στη γη,
|
ἐὰν δὲ εἰς τὸ κάτοπτρον ἀποβλέψῃ,
|
κι
αν κοιτάξει προσεκτικά προς τον καθρέφτη,
|
πάσας μὲν πόλεις, πάντα δὲ ἔθνη ὁρᾷ.
|
βλέπει
όλες τις πόλεις και όλα τα έθνη.
|
Τότε καὶ τοὺς οἰκείους ἐγὼ ἐθεασάμην
|
Τότε
είδα κι εγώ τους συγγενείς μου
|
καί πᾶσαν τὴν πατρίδα,
|
και
όλη την πατρίδα,
|
εἰ δὲ κἀκεῖνοι ἐμὲ ἑώρων,
|
αν
όμως κι εκείνοι μ’ έβλεπαν,
|
οὐκέτι ἔχω εἰπεῖν.
|
δεν
μπορώ καθόλου να το πω.
|
Ὅστις δὲ ταῦτα μὴ πιστεύει οὕτως ἔχειν,
|
Όποιος
δεν πιστεύει ότι αυτά έτσι είναι
|
ἂν ποτε καὶ αὐτὸς ἐκείσε ἀφίκηται,
|
αν
κάποτε κι αυτός φτάσει εκεί,
|
εἲσεται ὡς ἀληθῆ λέγω.
|
θα
καταλάβει ότι λέω αλήθεια.
|
|
Λουκιανός, Ἀληθὴς Ἱστορία
1.23-26 (διασκευὴ)
|
|
|
|
|
5η Ενότητα
“Η ελεημοσύνη βασίλισσα των αρετών”
Ἀγαπητοί, μὴ γινώμεθα τῶν ἀλόγων
θηριωδέστεροι.
|
Αγαπητοί,
ας μη γίνουμε αγριότεροι από τα ζώα.
|
Ἐκείνοις πάντα κοινὰ καὶ οὐδὲν τοῦ ἄλλου πλέον ἔχει·
|
Σ’εκείνα
όλα είναι κοινά και κανένα δεν έχει περισσότερα από τα άλλα·
|
σὺ δὲ ἄνθρωπος ὤν, θηρίου γίνῃ χαλεπώτερος,
|
εσύ
όμως αν και είσαι άνθρωπος, γίνεσαι πιο άσπλαχνος από τα θηρία,
|
μυρίων
πενήτων τροφὰς
μιᾷ
κατακλείων οἰκίᾳ.
|
κλείνοντας
ερμητικά σε ένα σπίτι όσα τρόφιμα θα αρκούσαν για να θρέψουν αμέτρητους
φτωχούς.
|
Καίτοι γε οὐχ ἡ φύσις ἡμῖν μόνη κοινή,
|
Και
βέβαια, δεν είναι μόνο η φύση μας κοινή,
|
ἀλλὰ καὶ ἕτερα πλείονα·
|
αλλά
και άλλα περισσότερα·
|
οὐρανὸς κοινὸς καὶ ἥλιος καὶ σελήνη καὶ ἀστέρες
|
κοινός
είναι ο ουρανός και ο ήλιος και η σελήνη και τα αστέρια
|
καὶ ἀὴρ καὶ θάλασσα καὶ γῆ καὶ ζωὴ καὶ τελευτὴ
|
και
ο αέρας και η θάλασσα και η γη και η ζωή και ο θάνατος
|
καὶ γῆρας καὶ νόσος καὶ ὑγεία καὶ χρεία τροφῆς καὶ ἐνδυμάτων.
|
και
τα γηρατειά και οι αρρώστειες και η υγεία και η ανάγκη τροφής και
ρούχων.
|
Πῶς οὖν οὐκ ἄτοπον
|
Πώς
λοιπόν δεν είναι παράλογο
|
τοὺς ἐν τοσούτοις
κοινωνοῦντας
ἀλλήλοις
|
αυτοί
που μοιράζονται τόσα πολλά μεταξύ τους
|
ἐν τοῖς χρήμασιν οὕτως εἶναι πλεονέκτας,
|
στα
χρήματα να είναι τόσο πλεονέκτες,
|
καὶ τὴν αὐτὴν μὴ διατηρεῖν ἰσονομίαν;
|
και
να μη διατηρούν την ίδια ισονομία;
|
Ὁ γὰρ θάνατος τῆς μὲν ἀπολαύσεως ἀπάγει,
|
Γιατί
ο θάνατος απομακρύνει από την απόλαυση
|
πρὸς δὲ τὰς εὐθύνας ἄγει.
|
και
οδηγεί στην τιμωρία.
|
Ἵν’ οὖν μὴ τοῦτο γένηται,
|
Για
να μη γίνει κάτι τέτοιο,
|
πολλῇ χρησώμεθα τῇ ἐλεημοσύνῃ.
|
ας
εφαρμόσουμε την ελεημοσύνη.
|
Αὔτη γάρ ἐστιν ἡ βασίλισσα τῶν ἀρετῶν,
|
Γιατί
αυτή είναι η βασίλισσα των αρετών,
|
ἥ καὶ ἑξαιρήσεται ἡμᾶς τῆς τιμωρίας.
|
η
οποία θα μας απαλλάξει από την τιμωρία.
|
Τὰ περιττὰ δὴ ποιήσωμεν
χρήσιμα,
|
Ας
κάνουμε τα περιττά χρήσιμα,
|
τὸν πολὺν προέμενοι πλοῦτον,
|
αφού
παραμερίσουμε τον πολύ πλούτο,
|
καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως,
|
και
την ημέρα της κρίσεως,
|
κἄν μυρία ὧμεν
πεπλημμεληκότες,
|
ακόμη
κι αν έχουμε διαπράξει πολλά παραπτώματα
|
ὁ Θεὸς μεταδώσει
συγγνώμης ἡμῖν.
|
ο
Θεός θα μας συγχωρήσει.
|
|
Ἰωάννης
Χρυσόστομος, Εἰς τὸ ῥητὸν τοῦ Προφήτου
Δαυΐδ, PG 55, 517518 (διασκευὴ)
|
|
|
|
|
6η Ενότητα
“Η ευθύνη για την παιδεία των νέων”
ΣΩ: Ἀλλ’ ὅμως σύ μὲ φῄς, ὦ Μέλητε,
|
ΣΩ:
Αλλά εσύ όμως ισχυρίζεσαι, ω Μέλητε,
|
τοιαῦτα ἐπιτηδεύοντα τοὺς νέους
διαφθείρειν;
|
ότι
ασχολούμενος με τέτοια διαφθείρω τους νέους;
|
Καίτοι ἐπιστάμεθα μὴν δήπου
|
Ακόμη
κι αν γνωρίζουμε βέβαια,
|
τίνες εἰσὶ νέων
διαφθοραί·
|
ποιες είναι οι διαφθορές των νέων·
|
σύ δὲ εἰπὲ εἴ τινα οἶσθα ὑπ’ ἐμοῦ γεγενημένον
|
και
συ πες αν ξέρεις ότι κάποιος έχει γίνει εξαιτίας μου
|
ἢ ἐξ εὐσεβοῦς ἀνόσιον ἢ ἐκ σώφρονος ὑβριστήν.
|
είτε
από ευσεβής ανόσιος είτε από συνετός αλαζόνας.
|
ΜΕΛ. Ἀλλὰ ναί, μὰ Δί’ ἐκείνους οἶδα
|
ΜΕΛ:
Και βέβαια, μα το Δία, ξέρω εκείνους
|
οὓς σὺ πέπεικας σοὶ πείθεσθαι μᾶλλον ἢ τοῖς γονεῦσι.
|
οι
οποίοι υπακούν σε εσένα περισσότερο παρά στους γονείς τους.
|
ΣΩ. Ὁμολογῶ, περί γε
παιδείας·
|
ΣΩ:
Το ομολογώ, όσον αφορά τουλάχιστον την παιδεία·
|
τοῦτο γὰρ ἴσασιν ἐμοὶ μεμεληκός.
|
γιατί
το γνωρίζουν ότι γι’ αυτό νοιάζομαι.
|
Περὶ δὲ ὑγιείας τοῖς ἰατροῖς μᾶλλον οἱ ἄνθρωποι
|
Οι
άνθρωποι για την υγεία περισσότερο τους ιατρούς
|
πείθονται ἢ τοῖς γονεῦσιν·
|
υπακούν
παρά τους γονείς·
|
καὶ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις γε
πάντες δήπου οἱ
Ἀθηναῖοι
|
και
στις συνελεύσεις του λαού, βέβαια όλοι οι Αθηναίοι
|
τοῖς φρονιμώτατα
λέγουσι πείθονται μᾶλλον ἢ τοῖς προσήκουσιν.
|
υπακούν
σε αυτούς που λένε τα πιο συνετά παρά στους συγγενείς τους.
|
Οὐ γὰρ δὴ καὶ στρατηγοὺς αἱρεῖσθαι,
|
Και
στρατηγούς δεν εκλέγετε
|
οὕς ἂν ἡγῆσθε περὶ τῶν πολεμικῶν φρονιμωτάτους εἶναι;
|
όποιους
ενδεχομένως θεωρείτε ότι είναι οι πιο συνετοί στα στρατιωτικά;
|
Οὐκοῦν θαυμαστὸν καὶ τοῦτό σοι δοκεῖ εἶναι,
|
Λοιπόν,
δε σου φαίνεται ότι είναι και τούτο περίεργο
|
ἐμὲ τούτου ἕνεκα ὑπὸ σοῦ
|
ότι
εξαιτίας αυτού εκ μέρους σου
|
θανάτου διώκεσθαι,
|
να αντιμετωπίζω κατηγορία που
επισύρει την ποινή του θανάτου,
|
ὅτι περὶ τοῦ μεγίστου ἀγαθοῦ ἀνθρώποις,
|
επειδή
δηλαδή για το μεγαλύτερο αγαθό στους ανθρώπους,
|
περὶ παιδείας,
βέλτιστος εἶναι
ὑπὸ τινων
προκρίνομαι;
|
για
την παιδεία, θεωρούμαι από μερικούς ότι είμαι ο καλύτερος;
|
|
Ξενοφῶν, Ἀπολογία
Σωκράτους 1921 (διασκευὴ)
|
|
|
|
|
7η Ενότητα
“ Ένας στοργικός ηγέτης”
Ἅπαντες ἐπιστάμεθα ὅτι Ἀγησίλαος,
|
Όλοι
γνωρίζουμε ότι ο Αγησίλαος,
|
ὅπου ᾤετο τὴν πατρίδα τι ὠφελήσειν,
|
όπου
πίστευε ότι θα ωφελούσε σε κάτι την πατρίδα,
|
οὐ πόνων ὑφίετο, οὐ κινδύνων ἀφίστατο,
|
δεν
έπαυε να μοχθεί, ούτε απέφευγε τους κινδύνους,
|
οὐ χρημάτων ἐφείδετο, οὐ σῶμα, οὐ γῆρας προὐφασίζετο,
|
δε
λυπόταν τα χρήματα, ούτε πρόβαλλε ως δικαιολογία το σώμα ή τα γηρατειά,
|
ἀλλὰ καὶ βασιλέως ἀγαθοῦ τοῦτο ἔργον ἐνόμιζε,
|
αλλά
πίστευε ότι καθήκον του καλού βασιλιά είναι
|
τὸ τοὺς ἀρχομένους ὡς πλεῖστα ἀγαθὰ ποιεῖν.
|
να
κάνει όσο το δυνατόν περισσότερα καλά στους υπηκόους του.
|
Ἐν τοῖς μεγίστοις δὲ ὠφελήμασι τῆς πατρίδος
|
Στις
μεγαλύτερες ωφέλειες της πατρίδας
|
καὶ τόδε ἐγὼ τίθημι αὐτοῦ,
|
κι
αυτό εδώ του συγκαταλέγω
|
ὅτι δυνατώτατος ὤν ἐν τῇ πόλει
|
ότι,
ενώ ήταν ο πιο δυνατός στην πόλη,
|
φανερὸς ἦν μάλιστα τοῖς νόμοις λατρεύων.
|
υπηρετούσε
φανερά σε μεγάλο βαθμό τους νόμους.
|
Τὶς γὰρ ἂν ἠθέλησεν ἀπειθεῖν
|
Γιατί
ποιος θα ήθελε να μην υπακούει
|
ὀρῶν τὸν βασιλέα
πειθόμενον; […]
|
όταν
έβλεπε το βασιλιά να υπακούει; [...]
|
Ὃς καὶ πρὸς τοὺς διαφόρους ἐν τῇ πόλει
|
Αυτός
και τους πολιτικούς του αντιπάλους στην πόλη
|
ὥσπερ πατὴρ πρὸς παῖδας προσεφέρετο.
|
τους
συμπεριφερόταν σαν πατέρας προς τα παιδιά του.
|
Ἐλοιδορεῖτο μὲν γὰρ ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασιν,
|
Κακολογούσε
βέβαια όσους έκαναν αδικίες,
|
ἐτίμα δ’ εἴ τι καλὸν πράττοιεν,
|
τους
τιμούσε όμως αν έκαναν κάτι καλό,
|
παρίστατο
δ’ εἴ
τις συμφορὰ
συμβαίνοι,
|
παραστεκόταν,
αν παρουσιαζόταν κάποια συμφορά,
|
ἐχθρὸν μὲν οὐδένα ἡγούμενος πολίτην,
|
επειδή
δε θεωρούσε κανένα πολίτη εχθρό,
|
ἐπαινεῖν δὲ πάντας ἐθέλων,
|
αλλά
επειδή ήθελε να τους επαινεί όλους,
|
σῴζεσθαι δὲ πάντας κέρδος
νομίζων,
|
θεωρώντας
κέρδος το να σώζονται όλοι
|
ζημίαν δὲ τιθεὶς εἰ καὶ ὁ μικροῦ ἄξιος ἀπόλοιτο.
|
και
θεωρώντας το ζημιά αν κάποιος, έστω και ανάξιος, χανόταν.
|
|
Ξενοφῶν, Ἀγησίλαος 7.13
|
|
|
|
|
8η Ενότητα
“Η γένεση της θρησκείας και της
δικαιοσύνης”
Ἦν χρόνος ὅτ’ ἦν ἄτακτος ἀνθρώπων βίος
|
Υπήρχε
μια εποχή που έλειπε ο νόμος από τη ζωή των ανθρώπων
|
καὶ θηριώδης ἰσχύος θ’ ὑπηρέτης,
|
και
ταίριαζε σε θηρία και ήταν υπηρέτης της δύναμης,
|
ὅτ’ οὐδὲν ἆθλον οὔτε τοῖς ἐσθλοῖσιν ἦν
|
όταν
κανένα έπαθλο δεν υπήρχε ούτε ανάμεσα στους ενάρετους
|
οὔτ’ αὖ κόλασμα τοῖς κακοῖς ἐγίγνετο.
|
ούτε
πάλι υπήρχε τιμωρία για τους κακούς.
|
κἄπειτά μοι δοκοῦσιν ἅνθρωποι νόμους
|
Κι
έπειτα έχω την εντύπωση ότι οι άνθρωποι νόμους
|
θέσθαι
κολαστάς, ἵνα
δίκη τύραννος ἦ
|
θέσπισαν
ως τιμωρούς, για να εξουσιάζει η δικαιοσύνη
|
τὴν θ’ ὕβριν δούλην ἔχῃ·
|
και
να έχει την αλαζονεία ως δούλη·
|
ἐζημιοῦτο δ’ εἴ τις ἐξαμαρτάνοι.
|
τιμωρούνταν
δε όποιος αδικούσε.
|
Ἔπειτ’ ἐπειδὴ τἀμφανῆ μὲν οἱ νόμοι ἀπεῖργον αὐτούς ἔργα μὴ πράσσειν βίᾳ,
|
Έπειτα
επειδή οι νόμοι τους εμπόδιζαν να διαπράττουν φανερές αδικίες
|
λάθρᾳ δ’ ἔπρασσον,
|
τις
έκαναν όμως στα κρυφά,
|
τηνικαῦτά μοι δοκεῖ
|
τότε
μου φαίνεται
|
πυκνός τις
καὶ
σοφός γνώμην ἀνὴρ
|
ότι
κάποιος ευφυής και σοφός
|
θεῶν δέος θνητοῖσιν ἐξευρεῖν,
|
επινόησε
για τους θνητούς το φόβο των θεών,
|
ὅπως εἴη τι δεῖμα τοῖς κακοῖσι,
|
για
να υπάρχει κάποιος φόβος για τους κακούς,
|
κἄν λάθρᾳ πράσσωσιν ἤ λέγωσιν ἤ φρονῶσί τι.
|
ακόμα
κι αν κρυφά κάνουν ή λένε ή σκέφτονται κάτι.
|
Ἐντεῦθεν οὖν τὸ θεῖον εἰσηγήσατο,
|
Από
τότε δίδαξε το θείο,
|
ὡς ἔστι δαίμων ἀφθίτῳ θάλλων βίῳ
|
ότι,
δηλαδή, υπάρχει θεός που ζει αιώνια
|
νόῳ τ’ ἀκούων καὶ βλέπων, φρονῶν τε
|
και
που ακούει και βλέπει με το νου και σκέφτεται
|
καὶ προσέχων τε ταῦτα καὶ φύσιν θείαν φορῶν,
|
και
επιτηρεί αυτά και είναι περιβεβλημένος με τη θεία φύση,
|
ὅς πᾶν μὲν τὸ λεχθέν ἐν βροτοῖς ἀκούσεται,
|
ο
οποίος καθετί που λέγεται μεταξύ των ανθρώπων θα το ακούσει,
|
τὸ δρώμενον δὲ πᾶν ἰδεῖν δυνήσεται.
|
και
καθετί που γίνεται μπορεί να το δει.
|
|
Κριτίας, Σίσυφος απ. 19, στ. 1-21
|
|
|
|
|
9η Ενότητα
“Η Καλλιπάτειρα”
Κατὰ δὲ τὴν ἐς Ὀλυμπίαν ὁδόν
|
Στην
οδό που οδηγεί στην Ολυμπία
|
ἔστιν ὄρος πέτραις ὑψηλαῖς ἀπότομον,
|
υπάρχει
ένα απόκρημνο βουνό με ψηλούς βράχους,
|
Τυπαῖον καλούμενον.
|
που
ονομάζεται Τυπαίο.
|
Ἠλείοις ἐστὶν νόμος κατὰ τούτου ὠθεῖν τὰς γυναίκας,
|
υπάρχει
νόμος στους Ηλείους σ' αυτό να πετούν τις γυναίκες
|
ἢν φωραθῶσιν ἐλθοῦσαι ἐς τὸν ἀγῶνα τὸν Ὀλυμπικὸν
|
αν
αποκαλυφθούν να έχουν έρθει στο χώρο της Ολυμπίας
|
ἢ καὶ ὅλως ἐν ταῖς ἀπειρημέναις σφίσιν
ἡμέραις διαβᾶσαι τὸν Ἀλφειόν.
|
ή
και γενικά να έχουν περάσει τον Αλφειό κατά τις απαγορευμένες γι’ αυτές
μέρες.
|
Οὐ μὴν οὐδὲ ἁλῶναι λέγουσιν οὐδεμίαν,
|
Ούτε
και λένε ότι πιάστηκε καμιά
|
ὅτι
μὴ Καλλιπάτειραν μόνην,
|
παρά
μόνο η Καλλιπάτειρα,
|
ἥ
ὑπὸ
τινων καὶ Φερενίκη καλεῖται.
|
η
οποία από μερικούς ονομάζεται και Φερενίκη.
|
Αὕτη
προαποθανόντος αὐτῇ
τοῦ ἀνδρός,
|
Αυτή,
επειδή είχε πεθάνει νωρίτερα ο σύζυγός της,
|
ἐξεικάσασα
αὑτὴν
τὰ πάντα ἀνδρὶ
γυμναστῇ,
|
αφού
μεταμφιέστηκε εντελώς σε άντρα γυμναστή
|
ἤγαγεν
ἐς
Ὀλυμπίαν
τὸν υἱὸν
μαχούμενον·
|
έφερε
στην Ολυμπία το γιο της για να αγωνιστεί·
|
νικῶντος
δὲ τοῦ
Πεισιρόδου,
|
μόλις,
λοιπόν, νίκησε ο Πεισιρόδης,
|
τὸ
ἔρυμα
ἐν
ᾧ
τοὺς γυμναστὰς
ἔχουσιν
ἀπειλημμένους,
|
το
φράκτη με τον οποίο έχουν τους γυμναστές περιορισμένους
|
τοῦτο
ὑπερπηδῶσα
ἡ
Καλλιπάτειρα ἐγυμνώθη.
|
καθώς
τον πηδούσε η Καλλιπάτειρα έμεινε γυμνή.
|
Φωραθείσης
δὲ ὅτι
εἴη γυνή,
|
Αν
και αποκαλύφθηκε ότι ήταν γυναίκα,
|
ταύτην ἀφιᾶσιν
ἀζήμιον
|
την
άφησαν ατιμώρητη,
|
αἰδῶ νέμοντες
|
αποδίδοντας σεβασμό
|
καὶ
τῷ πατρὶ
καὶ ἀδελφοῖς
αὐτῆς
καὶ τῷ
παιδὶ
|
και
στον πατέρα της και στα αδέλφια της και στο γιο της
|
–ὑπῆρχον
δὴ ἅπασιν
αὐτοῖς
Ὀλυμπικαὶ
νῖκαι-
|
-γιατί
είχαν νικήσει όλοι στους Ολυμπιακούς Αγώνες-
|
ἐποίησαν
δὲ νόμον ἐς
τὸ ἔπειτα
ἐπὶ
τοῖς γυμναστικοῖς
|
θεσμοθέτησαν
όμως νόμο για τους γυμναστές στο εξής
|
γυμνοὺς
σφᾶς ἐς
τὸν ἀγῶνα
ἐσέρχεσθαι.
|
να
μπαίνουν γυμνοί στους αγώνες.
|
|
Παυσανίας, Ἑλλάδος Περιήγησις 5.6.7-8 (διασκευὴ)
|
|
|
|
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου